- σίττας
- Βυζαντινός στρατηγός, που έδρασε στα χρόνια του Ιουστινιανού. Το 525 μ.Χ. στάλθηκε από τον Ιουστινιανό, μαζί με το Βελισσάριο στην Περσαρμενία, εναντίον των Περσών και, αφού τους νίκησε σε μάχη κοντά στα Σάταλα, βάδισε προς τη Τζανική (ανατολικό Πόντο) και κατόρθωσε, χρησιμοποιώντας βία κυρίως, να πείσει τον πληθυσμό της να ασπαστεί το χριστιανισμό και να συμμαχήσει με το Βυζάντιο. Αργότερα διορίστηκε αρχιστράτηγος των βυζαντινών στρατευμάτων της Μεσοποταμίας σε αντικατάσταση του Βελισσάριου, που ανακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια απόκρουσε επιδρομή των Περσών, υπόγραψε ειρήνη μαζί τους και κατευθύνθηκε στην Αρμενία, με σκοπό να καταστείλει επανάσταση, που είχε εκδηλωθεί εκεί εναντίον της βυζαντινής κυριαρχίας. Αρχικά πέτυχε να προσεταιριστεί ορισμένους Αρμένιους αρχηγούς και, όταν έκρινε κατάλληλη τη στιγμή, επιτέθηκε εναντίον των στασιαστών, που είχαν οχυρωθεί στη θέση Οινοχάλακα. Ο Σ. πολέμησε με τέτοιαν ορμή, ώστε σε λίγο, χωρίς να το καταλάβει, βρέθηκε μέσα στις εχθρικές γραμμές με αποτέλεσμα να κυκλωθεί από πολυάριθμους αντίπαλους και να σκοτωθεί.
* * *Α(κατά τον Ησύχ.) σιττακός*.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με τη λ. σιττακός / ψιττακός*].
Dictionary of Greek. 2013.